Το «ἡδέως ζῆν» του Επίκουρου. Η
φιλοσοφική προτροπή της ευτυχισμένης ζωής.
Αγγελική Κομποχόλη
Φιλόλογος –Δρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Διδάσκουσα στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο
Επικοινωνίας
Epicurus’ «ἡδέως ζῆν». The
philosophical perspective of the happy life.
Aggeliki
Kompocholi
Summary
Epicurus is one of the major philosophers in the Hellenistic
period, who defined philosophy as “ a daily
business of speech and thought to secure happiness ” . Author of an ethical philosophy of
simple pleasure as the only intrinsic value, he propound the theorythat human beings have complete freedom
to choose their own path in life and to obtain happiness in
the here and now. However, the Epicurean
philosophy was then and still is now often erroneously
interpreted as promoting hedonism. Rather, Epicurus considered pleasure to be
connected to virtue not excess or sensual self-indulgence. Furthermore he believed that Happiness is not a private affair: it can be more
readily achieved in a society where like-minded individuals band together to
help inspire one another’s pursuit of happiness.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Η Αγγελική Κομποχόλη γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1967 κι είναι απόφοιτος του Εθνικού και
Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (1986-1990). Στο ίδιο Πανεπιστήμιο, ως
υπότροφος του ΙΚΥ, υποστήριξε με επιτυχία
την διδακτορική της διατριβή την χρονιά 2008 στην κατεύθυνση της Λαογραφίας και
της Φιλοσοφικής Ανθρωπολογίας. Έχει τιμηθεί για την ερευνητική της δουλειά με
βραβεία της Ακαδημίας Αθηνών (2003, 2008, 2010), ενώ τα τελευταία χρόνια δραστηριοποιείται με την διδασκαλία
της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας σε ιδιωτικούς φορείς, αλλά και σε
πανεπιστημιακά ιδρύματα (συγκεκριμένα στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Επικοινωνίας στην
κατεύθυνση της Ανθρωπιστικής Επικοινωνίας και Νέων Τεχνολογιών). Με συνεχή
βιβλιογραφική και επιστημονική παρουσία έχει συμμετάσχει σε πολλά ελληνικά και
ξένα διεθνή συνέδρια.
////////////////////////////////////////////////////////////////////////
Το
«ἡδέως ζῆν» του Επίκουρου. Η φιλοσοφική προτροπή της ευτυχισμένης ζωής.
Αγγελική
Κομποχόλη
Φιλόλογος
–Δρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Διδάσκουσα
στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Επικοινωνίας
Εὐδαιμονία, ο δημιουργικός
στοχασμός στη ζωή.Η θεωρία της ηδονής του Επικούρου.
Η λέξη «εὐδαιμονία» είναι μια
λέξη πανάρχαιη, που απασχόλησε από νωρίς τη φιλοσοφική κι επιστημονική σκέψη,
καθώς θεωρήθηκε προϋπόθεση στην επίτευξη του ανώτερου για τους ανθρώπους
αγαθού, της αρετής. Είναι μία λέξη που στη φιλοσοφία του Επίκουρου αποτέλεσε
τον θεμέλιο λίθο του στοχασμού του, σύνθετη από το αρχαίο επίρρημα «εὖ»,
συνώνυμο του καλού, και το επίθετο «δαήμων» (απ’ όπου και ο «δαίμων» στην
πλατωνική αποτίμηση,), επίθετο που δηλώνει τον γνώστη, τον ειδήμονα, αυτόν που
γνωρίζει πώς να ζει μία πλήρη και αυτάρκη ζωή. Αυτό άλλωστε είναι η ευδαιμονία,
όχι η παθητική κατάσταση απόλαυσης, αλλά ο δημιουργικός στοχασμός, η δυναμική
πράξη κατάφασης που μας βοηθά να πορευόμαστε φωτεινά μακριά από ψυχολογικούς
κινδύνους και φυλακές, η υγιής ελεύθερη βούληση που χρωματίζει τις επιλογές για
τον τρόπο με τον οποίον θα διανύσουμε τον βίο μας.
Κι είναι δύο πάντα οι επιλογές, δύο πάντα τα
μονοπάτια που καλείται να ακολουθήσει η ψυχή στην επίγεια περιπλάνησή της. Το
ένα είναι ο δρόμος του κόσμου, ο δρόμος των ακολούθων, που συνεπάγεται τη λήθη
του εαυτού, το άλλο είναι ο δρόμος της προσωπικής αναζήτησης, ο δρόμος της
αλήθειας, που οδηγεί στην αγάπη του εαυτού-του ευτυχισμένου εαυτού για τον
Επίκουρο, της ευτυχισμένης αλήθειας. Γιατί αυτό ήταν το παράδοξο που διέβλεψε ο
χαρισματικός εκείνος αρχαίος στοχαστής, ο άνθρωπος που στη ζωή του γυρεύει αποκλειστικά
για το άτομό του και εναγωνίως την ευτυχία δεν τη βρίσκει ποτέ, ενώ αυτός που
επιζητά την προσωπική αλήθεια και συνειδητοποίηση, χωρίς να αγωνιά για την
ευτυχία, τη συναντά πάντα. Αυτή άλλωστε είναι η «ἡδονή» σύμφωνα με τον
Επίκουρο, η ευτυχία, η χαρά, «τό ἡδέως ζῆν», η κατάσταση που βιώνει η ψυχή όταν
επέλθει η αρμονία κι εμείς που γνωρίζουμε και χρησιμοποιούμε την έννοια αυτή,
την έννοια της ηδονής, στην καθημερινή μας ζωή θα εκπλαγούμε ασφαλώς αν
ανακαλύψουμε τις πραγματικές προτιμήσεις του φιλοσόφου της ηδονής.
Όπως μαρτυρούν οι βιογράφοι
του, ο Επίκουρος δεν διέμενε σε κάποια πολυτελή κατοικία, ο ίδιος φορούσε ρούχα
απλά, ενώ το γεύμα του ήταν πολύ λιτό. Ξέρουμε ότι έπινε μόνο νερό, όχι κρασί,
και το αγαπημένο του γεύμα ήταν ένα πιάτο με λαχανικά, μια χούφτα ελιές και
ψωμί. «Στείλτε μου ένα καλαθάκι τυρί, ώστε να το γιορτάζω όποτε επιθυμώ», είχε
ζητήσει από αγαπημένο του φίλο, όταν ρωτήθηκε από αυτόν τι επιθυμεί
περισσότερο. Αυτές ήταν οι προτιμήσεις ενός ανθρώπου που είχε ορίσει την «ἡδονή»
ως σκοπό ζωής-και βεβαίως η αφοσίωση στην υπεράσπιση της έννοιας αυτής και η
πίστη του στην αξία της καθόρισαν την πορεία της φιλοσοφικής και ηθικής του
σκέψης. Γιατί η «ἡδονή» του Επίκουρου, ως ποιότητα, θεμελιωνόταν σε τέσσερις
–αξεχώριστες από την ουσία της-αρετές, τη σοφία, την εγκράτεια, την ανδρεία και
τη δικαιοσύνη, σε έναν εύστοχο δημιουργικό στοχασμό, ο οποίος καθορίζει «ἡδέως»
την αρμονική ανθρώπινη διαβίωση, απομακρύνοντάς την από πενιχρά ηθικά ερείσματα
και βασανιστικές έγνοιες, καταστάσεις περιττές κατά τον φιλόσοφο καθώς οδηγούν
σε λανθασμένες επιλογές. Για να γίνει ακόμη πιο σαφής στις διατυπώσεις του -κι
έτσι πιο επιβοηθητικός στους ανθρώπους- ταξινόμησε τα αγαθά με βάση τον βαθμό
της αναγκαιότητάς τους – δίνοντάς μας με καθαρότητα την πορεία μιας
επιστημονικής σκέψης που επιχειρεί κατάταξη, δομεί μέθοδο και μετατρέπει τη
θυμόσοφη εμπειρία σε φιλοσοφία,
Έτσι ο Επίκουρος μίλησε για
τα αγαθά εκείνα που είναι απαραίτητα στην επίτευξη της ανθρώπινης ευτυχίας, τοποθετώντας
πρώτα στη διαβάθμισή του τα «φυσικά και αναγκαία», συμπεριλαμβάνοντας σε αυτά
τα αγαθά οπωσδήποτε το φαγητό και γενικότερα την ικανοποίηση της πείνας και της
δίψας, επίσης την κατοικία, την ένδυση, υλικά κυρίως αγαθά αλλά και πνευματικά,
όπως τους φίλους, την ελευθερία, τον δημιουργικό στοχασμό. Στη συνέχεια της
κατάταξής του τοποθέτησε τα αγαθά που είναι «φυσικά, αλλά όχι αναγκαία»,
συμπεριλαμβάνοντας σε αυτά οτιδήποτε ικανοποιούσε την ανάγκη για αισθητική και
ψυχαγωγία, για παράδειγμα ένα ωραίο μεγάλο σπίτι, ένα έργο τέχνης ή ένα ταξίδι.
Τέλος, δεν παρέλειψε να κατηγοριοποιήσει, τελευταία, στην αρίθμησή του τα αγαθά
εκείνα που υποκινούνται από κατώτερα ηθικά κίνητρα, η ανάγκη για φήμη για
παράδειγμα που διεγείρεται από την
εγωπάθεια και τη ματαιοδοξία, τα οποία δεν είναι «ούτε φυσικά ούτε αναγκαία»
για τον άνθρωπο επιβραδύνοντας ή ανακόπτοντας σε πολλές περιπτώσεις την ανέλιξή
του.
Για να γίνει ακόμη πιο σαφής
στον ορισμό της ηδονής ο Επίκουρος, πέρα από τα κίνητρα ή τα ερείσματά της,
προσδιόρισε τα δύο βασικά χαρακτηριστικά της. Το πρώτο είναι η «ἀπονία» σώματος
–γιατί το σώμα να πονά και να υποφέρει;- και στον στοχασμό ας αναζητήσουμε
θεμελιωμένη όχι τη μαλθακή και τρυφηλή ζωή, αλλά την ιατρική επιστήμη, αρωγό
και συμπαραστάτη στον ανθρώπινο πόνο. Το δεύτερο βασικό χαρακτηριστικό της
ηδονής είναι η «ἀλυπία» της ψυχής, η εσωτερική χαρά, η απομάκρυνση όλων εκείνων
των (αρνητικών) σκέψεων και συναισθημάτων που βαρύνουν την ανθρώπινη ψυχή
απομακρύνοντάς της από την επίγεια ευδαιμονία της.
Το αποκορύφωμα της ηδονής
είναι η αταραξία, που δεν ισοδυναμεί με αδιαφορία αλλά με ελευθερία, απαλλαγή
από οτιδήποτε εμποδίζει την ομαλή, ισοζυγισμένη πορεία της ανθρώπινης ύπαρξης.
Η αταραξία είναι το αποκορύφωμα, πέρα από αυτό τίποτε περισσότερο, η στοχαστική
χαρά, η «εὐδαιμονία» εν τέλει, η μόνη γενναία θαρραλέα στάση και νίκη της ζωής,
γιατί έχει γευτεί την πληρότητα, στην αναμέτρηση με τον θάνατο. Έχω γευθεί την
πληρότητα με συνειδητή προσπάθεια, μην αφήνοντας τίποτε στην τύχη. Άλλωστε τι
άλλο είναι ο θάνατος παρά η ανεξέταστη, η μη συνειδητοποιημένη στις «πτυχώσεις»
της, η μη αποδεκτή στις δυσκολίες, η αφημένη στις χαρές της, η παραδομένη στη
τύχη της ζωή. Ακριβώς όπως ο Επίκουρος, ο Επίκουρος που αγαπάμε, διατείνεται:
«Σε πρόλαβα, Τύχη, και σου
έχω φράξει όλες τις διόδους. Και δεν πρόκειται να παραδοθούμε όμηροι μήτε σε
σένα μήτε σε καμία συγκυρία. Αλλά σαν έρθει η ώρα να φύγουμε, θα αφήσουμε και
τη ζωή και όσους με ματαιοδοξία προσκολλώνται σε αυτήν. Θα φύγουμε από τη ζωή
με ένα ωραίο τραγούδι, λέγοντας πόσο ωραία τη ζήσαμε» (Προσφώνησις, 47)